" Απλή Αναλογική " αλά ΣΥΡΙΖΑ

 Η πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή και η απόφαση αλλαγής του εκλογικού νόμου ανέδειξε ακόμα μια φορά την αδυναμία των κοινοβουλευτικών κομμάτων να συζητήσουν επι της ουσίας την λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Σε μια συγκυρία που αναζητούνται νέες ισορροπίες αλλα και η αναβάπτισή του στην κοινωνία , η συζήτηση υποτάχθηκε στους καιροσκοπικούς σχεδιασμούς κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.
     Γεγονός ειναι οτι ο προηγούμενος  εκλογικός νόμος μετά τις εκρηκτικές ανακατατάξεις που συντελέστηκαν τα τελευταία χρόνια στο πολιτικό σκηνικό είχε εξαντλήσει τα όριά του και ειχε αναδείξει τους περιορισμούς που εμπεριείχε από τη φύση του. Το είδος της ενισχυμένης αναλογικής που πριμοδοτούσε το 1ο σε εκλογική δύναμη κόμμα με 50 έδρες αποτελούσε πλέον μια διαστροφή. Αν σκεφτούμε τη λογική του νομοθέτη που τον συνέλαβε , το μπόνους εξυπηρετούσε την ανάγκη δημιουργίας μιας σταθερής και βιώσιμης μονοκομματικής κυβέρνησης. Ήταν όμως προϊόν μιας εποχής ισχυρού δικομματισμού οταν και το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ συγκέντρωναν ποσοστά άνω του 38% και αθροιστικά κινούνταν σταθερά επι 3 δεκαετίες στην περιοχή του 80-85 %. Σε αυτήν την περίπτωση η ενίσχυση του πρώτου κόμματος με 50 έδρες δημιουργούσε μια περισσότερο ή λιγότερο ισχυρή μονοκομματική κυβέρνηση.
    Από τις εκλογες του 2012 όμως οι ισορροπίες είχαν μεταβληθεί , με την σημαντική ελάττωση της δύναμης της ΝΔ σε ποσοστά κάτω του 30% και την καθίζηση και συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ . Ακόμα και η έλευση στο προσκήνιο του ΣΥΡΙΖΑ , με χαμηλότερα ομως ποσοστά είτε ως δεύτερο είτε αργότερα ως πρώτο κόμμα δημιουργούσε την ανάγκη εύρεσης νέων ισορροπιών . Αν στα παραπάνω δεδομένα προστεθεί και η ύπαρξη πλέον αρκετών περισσότερων κομμάτων που εξασφαλίζουν μικρά αλλα υπολογίσιμα ποσοστά γίνεται κατανοητή η αναγκαιότητα ενός διαφορετικού εκλογικού συστήματος. Ο προηγούμενος , κατά παράβαση του πνεύματος του νομοθέτη του δεν δημιουργούσε πλέον ισχυρές κυβερνήσεις του πρώτου κόμματος αλλα πανίσχυρους εταίρους σε κυβερνητικούς συνασπισμούς.
     Ο νέος εκλογικός νόμος που ψηφίστηκε κινείται προς την κατεύθυνση της απλής αναλογικής αλλα απλή αναλογική δεν ειναι.
Διατηρώντας το περιοριστικό όριο του 3% ως κατώφλι εισόδου ενός κόμματος στη Βουλή , συνεχίζει τη μόνιμη νόθευση της λαϊκής ετυμηγορίας και την διατήρηση της κατηγοριοποίησης της ψήφου σε χρήσιμη ή μη. Εξαιτίας του ορίου του 3% , στις 4 τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις το εκλογικό σώμα σε ποσοστό απο 9% εώς και 19% δεν ανέδειξε εκπροσώπους στο ελληνικό κοινοβούλιο. Δηλαδή απο 27 εώς και 57 βουλευτές δεν εξελέγησαν αλλά εισήλθαν άλλοι στη θέση τους .
Ανάλογικότερο σήμερα μη ο νόμος αυτός δεν αποτελεί απλή αναλογική , πάγιο αίτημα όλων των εκφράσεως της αριστεράς και κομμάτι του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ . Του ΣΥΡΙΖΑ που σε παλιότερες εκλογικές αναμετρήσεις συχνά πυκνά  αγωνιούσε μέχρι και το άνοιγμα των τελευταίων καλπών ή είχε μείνει και εκτός Βουλής εξαιτίας του ορίου του 3%.
     Στο επιχείρημα οτι η χώρα πρέπει να κυβερνηθεί καθένας θα μπορούσε να αντιτάξει οτι η χώρα μια χαρά φαίνεται να κυβερνάται με κυβερνητικούς συνασπισμούς επί 5 χρόνια τώρα . Με δεδομένα τα μνημόνια , οι κυβερνήσεις συνεργασίας έχουν εισάγει και ψηφίσει στο κοινοβούλιο τόσα νομοθετήματα όσα δεν ψήφισαν μονοκομματικές κυβερνήσεις στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Τις περισσότερες φορές μάλιστα εξασφαλίζοντας ευρύτερη συναίνεση και στήριξη από κόμματα εκτός των εκάστοτε κυβερνητικών εταίρων. Απόδειξη οτι η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία μπορεί να λειτουργεί συναινετικά σε συγκεκριμένες συνθήκες . Οι ίδιοι που διακυρρήτουν σε όλους τους τόνους την έλλειψη πολιτικής παιδείας που ναρκοθετούσε τις κοινοβουλευτικές συνεργασίες είναι οι ίδιοι ακριβώς που πέτυχαν τις πιο παραγωγικές συνεργασίες απο πλευράς κοινοβουλευτικού έργου.
    Θα είχε δίκιο αν κάποιος αντέτεινε οτι ένα ανάλογικότερο σύστημα είναι δικαιότερο από ένα λιγότερο αναλογικό. Αυτό ομως δεν ακυρώνει το γεγονός της μικρότερης , υπαρκτής πάντως νόθευσης της ψήφου . Η αρχή της ισότητας και της ίσης αξίας της ψήφου δεν είναι μέγεθος σχετικό αλλα απόλυτο. Φυσικά και η ίδια η απλή αναλογική έχει , ας τις πούμε, διαβαθμίσεις αναλογικότητας. Αναλογική σε ευρεία ή στενή εκλογική περιφέρεια ; Με ενιαίο μέτρο που προκύπτει από το σύνολο της επικράτειας ή προκύπτει ανα περιφέρεια ή νομό; Προφανώς απλή αναλογική εννοείται ως η εξάλειψη κάθε μαθηματικού ή πληθυσμιακού τρυκ που την ακυρώνει στην πράξη . Συνεπώς , εκλογικό μετρό που προκύπτει από την επικράτεια με εκλογικές περιφέρειες πολλές και μικρές , ίσου κατα το δυνατό πληθυσμού ώστε οι βουλευτές να εκλέγονται με ενιαίο μετρό παντού .
    Όλα αυτα που αποτελούσαν πάγιες θέσεις της αριστεράς , όλων των εκφράσεων, ο κυβερνητικός σημερα ΣΥΡΙΖΑ τα εντάσει στους δικούς του πολιτικούς σχεδιασμούς αναπαράγοντας ταυτόχρονα τα χίλια λουσμένα επιχειρήματα περί χαμένης ψήφου οπως παλιότερα το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ έκαναν .
    Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν ακόμα . Οτι το σύστημα της αστικής δημοκρατίας δεν εξαρτά τη διαιώνιση του από τον εκλογικό νόμο. Μπορεί να δημιουργήσει αλλες δικλείδες ασφαλείας απέναντι σε δυνάμεις ή τάσεις που στοχεύουν στην ανατροπή του. Δεν θα ειχε άδικο . Εξάλλου ο μεγαλύτερος παράγοντας και δείκτης λαϊκής συμμετοχής δεν ειναι οι αστικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες αλλα η ζωντανή κίνηση του λαϊκού παράγοντα με μορφές πραγματικής συμμετοχής. Συνελεύσεις πόλεις ή γειτονιάς , εργατικές συνελεύσεις , ενεργή συμμετοχή στην κοινωνική , πολιτική και οικονομική ζωή , δημοψηφίσματα αποφασιστικού χαρακτήρα , εργατικός λαϊκός έλεγχος , άμεση δημοκρατία. Η διεκδίκηση όμως στα πλαίσια της σημερινής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας , ενός γνήσιου αναλογικού συστήματος εκλογής σε ολες τις βαθμίδες ειναι υπόθεση εμβάθυνσης και πάλης για την προώθηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων .
   Φυσικά το πρόβλημα του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος δεν εξαντλείται στο θέμα του εκλογικού νόμου. Τα οικονομικά των κομμάτων, η εσωτερική τους λειτουργία , η διαπλοκή με τα οικονομικά συμφέροντα , η επιλεκτικη προβολή απο τα ΜΜΕ το πόθεν έσχες των  πολιτικων , το μαύρο χρήμα των προεκλογικών δαπανών , όλα αυτα θα μπορούσαν να είναι θεμα της συζήτησης .
   Η καθιέρωση της απλής αναλογικής ομως μπορεί να επανακαθορίσει τη συζήτηση όχι μονο για όλες τις παραπάνω πτυχές αλλά ταυτόχρονα να αναδείξει την αξία του προγραμματικού λόγου και την απαλλαγή του πολιτικού συστήματος από τη φεουδαρχική λογική συγκρότησης των κομματικών σχηματισμών. Αποτελεί βήμα θεμελίωσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και της ισότητας.
Βάση προάσπισης της αρχής
ΕΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ - ΜΙΑ ΨΗΦΟΣ.

0 Σχόλια